- αἴσθοινθ'
- αἴσθοιντο , αἰσθάνομαιperceiveaor opt mid 3rd plαἴσθοιντο , αἰσθάνομαιperceivepres opt mp 3rd pl (attic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.